Μια φορά κι έναν καιρό, ένας χωρικός είχε ένα γάιδαρο και ένα βόδι. Κάθε πρωί καβάλαγε το γάιδαρο, έπαιρνε και το βόδι μαζί του, και πήγαινε στο χωράφι του. Εκεί άφηνε το γάιδαρο να βοσκάει στο λιβάδι, ενώ το βόδι το έζευε στο αλέτρι και όργωνε. Και το σούρουπο γύριζε πίσω, έδενε τα ζώα στο παχνί και τους έριχνε μπόλικη τροφή για να φάνε ώστε την επόμενη να έχουν δυνάμεις.
- Κάθε μέρα κοπιάζω και ψοφάω από την κούραση, ενώ εσύ γάιδαρε περνάς ωραία και ξεκούραστα. Ενώ εγώ οργώνω όλη μέρα, εσύ βοσκάς αμέριμνος και απλά πηγαινοφέρνεις στο χωράφι το αφεντικό. Είπε παραπονεμένο το βόδι ένα βράδυ.
- Μπορείς κι εσύ αν θες να ξεκουραστείς μια μέρα. Απάντησε ο γάιδαρος. Απλά δεν θα φας καθόλου αυτό το βράδυ. Ούτε μπουκιά!
- Μα αν δε φάω δεν θα έχω δυνάμεις για αύριο στο όργωμα!
- Άκουσέ με και δεν θα χάσεις! Ξέρω που σου λέω!
Πράγματι το βόδι παρότι πεινούσε, δεν έβαλε μπουκιά στο στόμα του. Είχε περιέργεια να δει τι θα γινόταν.
Το πρωί, βλέποντας ο χωρικός ότι το βόδι δεν είχε φάει την τροφή του, απόρησε. Θα αρρώστησε απ' την πολλή δουλειά το βόδι μου. Ας μη το πάρω στο χωράφι σήμερα.
Πράγματι, άφησε το βόδι στο παχνί, το οποίο έπεσε με τα μούτρα στο φαΐ. Πήγε στο χωράφι με το γάιδαρο και έπιασε να σκάβει με την αξίνα του αφού δεν μπορούσε να οργώσει.
Το σούρουπο γύρισε ο χωρικός και έβαλε το γάιδαρο στο παχνί με μπόλικη τροφή όπως έκανε συνήθως.
- Είδες; Είπε με περηφάνια ο έξυπνος γάιδαρος στο βόδι. Καλά δε στα 'λεγα;
- Σ' ευχαριστώ γαϊδαράκο μου. Για να μη φάω καθόλου χθες τη νύχτα σήμερα με πέρασε το αφεντικό για άρρωστο και τη γλύτωσα!
- Άμα κάνεις έτσι συνέχεια δεν θα πηγαίνεις στη δουλειά καθόλου! Ξέω που σου λέω...
Και αυτή τη νύχτα το βόδι δεν έβαλε στο στόμα του μπουκιά. Την επόμενη ο χωρικός είδε πως το βόδι του δεν έφαγε και το ξανάφησε στο παχνί.
Φτάνοντας στο χωράφι, αντί να αφήσει το γάιδαρο να βοσκάει ελεύθερο, τον έζεψε στο αλέτρι και άρχισε το όργωμα! Μέχρι το σούρουπο ο γάιδαρος είχε εξαντληθεί από την κούραση!
Το βράδυ αφού γύρισε στο παχνί, του λέει το βόδι:
- Άρχισε να μ' αρέσει που δεν έρχομαι στο χωράφι. Κάθε μέρα θα κάνω το κόλπο που μου υπέδειξες και δεν θα ξαναπατήσω στη δουλειά!
Βλέποντας ο γάιδαρος πως επωμίστηκε αυτός τη δουλειά του βοδιού, του είπε πονηρά:
- Αλίμονό σου κακόμοιρε! Στο δρόμο που ερχόμασταν, περάσαμε από το χασάπικο. Εκεί το αφεντικό είπε στο χασάπη πως εσύ πια γέρασες και αν δεν μπορέσεις να ξαναδουλέψεις θα σε πουλήσει για σφάξιμο και με τα λεφτά θα αγοράσει ένα άλλο βόδι για να κάνει τη δουλειά του! Γι' αυτό κοίτα να μην ξαναρρωστήσεις γιατί χάθηκες!
Ακούγοντας αυτά το βόδι που να ξαναρρωστήσει! Έτρωγε όλο το φαΐ του τη νύχτα και στο όργωμα απάνω ήταν πολύ ζωηρό για να δείξει ότι ήταν μια χαρά στην υγεία του.
Και ο γάιδαρος έβαλε μυαλό κοιτάζοντας μονάχα τη δουλειά του και έπαψε να παρέχει «έξυπνες» συμβουλές...
- Κάθε μέρα κοπιάζω και ψοφάω από την κούραση, ενώ εσύ γάιδαρε περνάς ωραία και ξεκούραστα. Ενώ εγώ οργώνω όλη μέρα, εσύ βοσκάς αμέριμνος και απλά πηγαινοφέρνεις στο χωράφι το αφεντικό. Είπε παραπονεμένο το βόδι ένα βράδυ.
- Μπορείς κι εσύ αν θες να ξεκουραστείς μια μέρα. Απάντησε ο γάιδαρος. Απλά δεν θα φας καθόλου αυτό το βράδυ. Ούτε μπουκιά!
- Μα αν δε φάω δεν θα έχω δυνάμεις για αύριο στο όργωμα!
- Άκουσέ με και δεν θα χάσεις! Ξέρω που σου λέω!
Πράγματι το βόδι παρότι πεινούσε, δεν έβαλε μπουκιά στο στόμα του. Είχε περιέργεια να δει τι θα γινόταν.
Το πρωί, βλέποντας ο χωρικός ότι το βόδι δεν είχε φάει την τροφή του, απόρησε. Θα αρρώστησε απ' την πολλή δουλειά το βόδι μου. Ας μη το πάρω στο χωράφι σήμερα.
Πράγματι, άφησε το βόδι στο παχνί, το οποίο έπεσε με τα μούτρα στο φαΐ. Πήγε στο χωράφι με το γάιδαρο και έπιασε να σκάβει με την αξίνα του αφού δεν μπορούσε να οργώσει.
Το σούρουπο γύρισε ο χωρικός και έβαλε το γάιδαρο στο παχνί με μπόλικη τροφή όπως έκανε συνήθως.
- Είδες; Είπε με περηφάνια ο έξυπνος γάιδαρος στο βόδι. Καλά δε στα 'λεγα;
- Σ' ευχαριστώ γαϊδαράκο μου. Για να μη φάω καθόλου χθες τη νύχτα σήμερα με πέρασε το αφεντικό για άρρωστο και τη γλύτωσα!
- Άμα κάνεις έτσι συνέχεια δεν θα πηγαίνεις στη δουλειά καθόλου! Ξέω που σου λέω...
Και αυτή τη νύχτα το βόδι δεν έβαλε στο στόμα του μπουκιά. Την επόμενη ο χωρικός είδε πως το βόδι του δεν έφαγε και το ξανάφησε στο παχνί.
Φτάνοντας στο χωράφι, αντί να αφήσει το γάιδαρο να βοσκάει ελεύθερο, τον έζεψε στο αλέτρι και άρχισε το όργωμα! Μέχρι το σούρουπο ο γάιδαρος είχε εξαντληθεί από την κούραση!
Το βράδυ αφού γύρισε στο παχνί, του λέει το βόδι:
- Άρχισε να μ' αρέσει που δεν έρχομαι στο χωράφι. Κάθε μέρα θα κάνω το κόλπο που μου υπέδειξες και δεν θα ξαναπατήσω στη δουλειά!
Βλέποντας ο γάιδαρος πως επωμίστηκε αυτός τη δουλειά του βοδιού, του είπε πονηρά:
- Αλίμονό σου κακόμοιρε! Στο δρόμο που ερχόμασταν, περάσαμε από το χασάπικο. Εκεί το αφεντικό είπε στο χασάπη πως εσύ πια γέρασες και αν δεν μπορέσεις να ξαναδουλέψεις θα σε πουλήσει για σφάξιμο και με τα λεφτά θα αγοράσει ένα άλλο βόδι για να κάνει τη δουλειά του! Γι' αυτό κοίτα να μην ξαναρρωστήσεις γιατί χάθηκες!
Ακούγοντας αυτά το βόδι που να ξαναρρωστήσει! Έτρωγε όλο το φαΐ του τη νύχτα και στο όργωμα απάνω ήταν πολύ ζωηρό για να δείξει ότι ήταν μια χαρά στην υγεία του.
Και ο γάιδαρος έβαλε μυαλό κοιτάζοντας μονάχα τη δουλειά του και έπαψε να παρέχει «έξυπνες» συμβουλές...