Ακούμε σήμερα το εξής τροπάριο από την Ωδή Στ' σε ήχο πλ. β':
Βασιλεύει, ἀλλ' οὐκ αἰωνίζει, ᾍδης τοῦ γένους τῶν βροτῶν· σὺ γὰρ τεθεὶς ἐν τάφῳ, Κραταιέ ζωαρχικῇ παλάμῃ, τὰ τοῦ θανάτου, κλεῖθρα διεσπάραξας, καὶ ἐκήρυξας τοῖς ἀπ' αἰῶνος ἐκεῖ καθεύδουσι λύτρωσιν ἀψευδῆ, Σῶτερ γεγονὼς νεκρῶν πρωτότοκος.
Βασιλεύει ο Άδης στο γένος των θνητών, αλλά όχι αιώνια. Διότι εσύ κραταιέ τέθηκες στον τάφο και με την παλάμη σου η οποία δίνει ζωή, συνέτριψες τις κλειδαριές του θανάτου και κήρυξες αληθινή λύτρωση σ' αυτούς που από παλιά (από την εποχή του Αδάμ) είχαν κατέβει εκεί, Σωτήρα μας με το να γίνεις ο πρώτος που αναστήθηκε.
Η βασιλεία του Άδη στις ψυχές των ανθρώπων δεν ήταν αιώνια. Ήταν μια παρένθεση στην ανθρώπινη ιστορία. Για να ήταν αιώνια θα έπρεπε να το θέλει ο αιώνιος Θεός. Εφόσον υπήρξε προαιώνιο σχέδιο για τη σωτηρία του εκπεσόντος ανθρώπου, ο Άδης είχε ημερομηνία λήξης. Από τη στιγμή που ο Ιησούς Χριστός πέθανε ως προς την ανθρώπινη φύση του, το βασίλειο του Άδη έφτασε στο οριστικό τέλος του. Η παλάμη του Κυρίου, η οποία έδωσε ζωή στον κόσμο κατά τη δημιουργία, και έδωσε ζωή όταν ανέστησε νεκρούς ο Χριστός, δεν μπόρεσε να βρει καμία αντίσταση στις κλειδαμπαρωμένες πύλες του βασιλείου του θανάτου. Τις έσπασε και άνοιξε τις πύλες, κηρύττοντας σ' όλους όσους από την δημιουργία του ανθρώπινου γένους δεν είχαν προλάβει την έλευση του Μεσσία. Ο Κύριος δεν ενανθρωπίστηκε μόνο για τους τότε σύγχρονούς του ανθρώπους και τους μετέπειτα, αλλά και για όσους είχαν ήδη πεθάνει. Η αληθινή λύτρωση προορίζονταν και γι' αυτούς. Ανοίγοντας για πάντα τις πύλες του θανάτου, τσάκισε τον θάνατο, διά της αναστάσεώς Του, δίνοντας πλέον την προοπτική της αιώνιας σωτηρίας.