Ακούμε σήμερα το εξής απολυτίκιο σε ήχο β':
Ταῖς Μυροφόροις Γυναιξί, παρὰ τὸ μνῆμα ἐπιστάς, ὁ Ἄγγελος ἐβόα· Τὰ μύρα τοῖς θνητοῖς ὑπάρχει ἁρμόδια, Χριστὸς δὲ διαφθορᾶς ἐδείχθη ἀλλότριος.
Στις μυροφόρες γυναίκες έλεγε μεγαλοφώνως ο άγγελος, που παρουσιάστηκε κοντά στο μνήμα: Τα μύρα αρμόζουν στους θνητούς, ο Χριστός αποδείχτηκε ξένος της αποσύνθεσης (της διαφθοράς).
Οι μυροφόρες γυναίκες, η Μαρία η Μαγδαληνή, η Μαρία μητέρα του Ιακώβου και η Σαλώμη (Μαρκ. 16, 1) όχι απλώς γνώριζαν τον Ιησού, αλλά άνηκαν στον ευρύτερο κύκλο των ακολούθων του. Προσέφεραν τις διακονίες τους, και ήταν παρούσες σιωπηρά στη σταύρωση. Ενώ οι μαθητές βρίσκονταν κρυμμένοι και φοβισμένοι μετά τη σταύρωση και την ταφή, εκείνες τόλμησαν να πάνε στο μνήμα για να αλείψουν με αρώματα το σώμα του Κυρίου. Παρά το ότι φυλάσσονταν από τους Ρωμαίους και απαγορεύονταν να πλησιάσει κανείς. Ούτε τους έκαμψε την πρόθεσή τους το ότι δεν θα μπορούσαν μόνες τους να μετακινήσουν το λίθο με τον οποίο σφραγίστηκε το μνήμα. Δεν θα άφηναν απεριποίητο το σώμα Εκείνου που πίστευσαν και αγάπησαν. Όμως στο μνήμα συνάντησαν κάτι αναπάντεχο. Ο τάφος όχι μόνο ήταν ανοιχτός, αλλά αντί των Ρωμαίων συνάντησαν ένα νεαρό ντυμένο με λευκή στολή να τους λέει δυνατά το χαρμόσυνο νέο: Τα αρώματα που έχετε μαζί σας προορίζονται για τα σώματα θνητών που έχουν πεθάνει. Ο Χριστός δεν είναι όμως νεκρός. Ἐκανε το μεγαλύτερο θαύμα Του, νικώντας την φθορά και το θάνατο. Είναι ξένος από τη φυσική φθορά του θανάτου. Αναστήθηκε διότι είναι η αιώνια ζωή και ο θάνατος δεν τον μπόρεσε να τον πειράξει καθόλου.