Ακούμε στην αυριανή περικοπή:
ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· (Μαρκ. 8, 35)
Διότι όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του θα τη χάσει·
Θες να σώσεις τη ζωή σου; Προφανώς η απάντηση είναι αυτονόητη. Όμως για να θες να τη σώσεις, πρέπει αυτή να κινδυνεύει. Αν δεν υπάρχει κίνδυνος, τότε γιατί να νοιάζεσαι για τη σωτηρία της; Εδώ λοιπόν ο Ιησούς με αυτήν την ερώτηση, προϋποθέτει ότι υπάρχει κάποιος κίνδυνος που παραμονεύει. Επίσης, κάνει έναν διαχωρισμό μεταξύ των δύο εννοιών της ζωής (ψυχή). Η μία έννοια είναι η σωματική ζωή, η οποία τελειώνει με τον θάνατο του σώματος, και η άλλη είναι η ζωή της ψυχής μετά τον φυσικό θάνατο που είναι αιώνια. Ποιά από τις δύο θες να σώσεις; Η μία ούτως ή άλλως τελειώνει με το θάνατο του σώματος. Συνεπώς την αιώνια. Για να τη σώσεις, πρέπει πρώτα να αντιληφθείς από τι κινδυνεύει. Και ο κίνδυνος είναι φυσικά η αμαρτία και η επιλογή του κακού. Ο μόνος τρόπος σωτηρίας της είναι να χαθεί η σωματική ζωή. Αυτό για τον Ιησού, δεν σημαίνει να πάει κανείς να αυτοκτονήσει, αλλά να χάσει ουσιαστικώς όλες εκείνες τις απολαύσεις και τις ηδονές που προσφέρει απλόχερα η αμαρτία. Να αφήσει κατά μέρους την εγωπάθεια και να ταπεινώνεται. Να μην επιδιώκει την απόκτηση του πλούτου και να ζει λιτά και με αυτοσυγκράτηση. Αυτός ο τρόπος ζωής για τον κόσμο, που κυριαρχεί δυστυχώς ο διάβολος, θεωρείται χαμένος, ευτελής και άξιος χλευασμού. Ωστόσο, μόνο δι' αυτού θα σώσουμε την ψυχή μας. Θα τον επιλέγαμε; Σίγουρα είναι δύσκολη απόφαση, αλλά ας θυμόμαστε ότι στον τρίτο πειρασμό που έβαλε ο διάβολος στον Ιησού (στην έρημο), να του χάριζε τα βασίλεια του κόσμου (Ματθ. 4, 9), ο Ιησούς αρνήθηκε. Αρκεί λοιπόν να πράξουμε ομοίως.