Ακούμε στην αυριανή περικοπή (από τηλεοράσεως λόγῳ κορονοϊού):
ἄνθρωποι μὲν γὰρ κατὰ τοῦ μείζονος ὀμνύουσι, καὶ πάσης αὐτοῖς ἀντιλογίας πέρας εἰς βεβαίωσιν ὁ ὅρκος· (Εβρ. 6, 16)
Οι άνθρωποι ορκίζονται σε κάποιον ανώτερό τους, κι ο όρκος δίνει γι’ αυτούς τέλος σε κάθε αμφισβήτηση και υποδηλώνει επιβεβαίωση.
Ο απ. Παύλος εδώ μας παραθέτει τη γενική αρχή που εφαρμόζουν οι άνθρωποι όταν ορκίζονται. Ορκίζονται όχι στον εαυτό τους, που μπορεί να αμφισβητηθεί, αλλά σε κάποιον ανώτερό τους, όπως το Θεό. Ο Θεός είναι πάρα πάσης αμφισβήτησης και δύναται να τιμωρήσει αυτό που ορκίζεται σ' Εκείνον και δεν τηρήσει τον όρκο του. Συνεπώς λειτουργεί ως ένα είδος εγγύησης. Τι είναι όμως ο όρκος εν προκειμένῳ; Για τον άνθρωπο είναι μια απλή αλλά σοβαρή υπόσχεση και μια δέσμευση. Για το Θεό είναι μια δήλωση. Είναι μια φανέρωση. Είναι μια αποκάλυψη! Τίνος; Του θελήματός του, και του σχεδίου που έχει για τον άνθρωπο και απορρέει από αυτό το θέλημα. Το αναλλοίωτο, αμετάβλητο, ατροποποίητο και αμετάθετο θέλημά του, ο Θεός απλά το ανακοινώνει στον άνθρωπο. Δίχως να επικαλείται κάτι ανώτερο, μιας και δεν υπάρχει κάτι ανώτερο. Ούτε όμως είναι μια δέσμευση που τον εγκλωβίζει διότι απλά το θέλει. Αντίθετα ο άνθρωπος είτε αλλάζει γνώμη και ο όρκος τον βαραίνει, είτε πάλι ορκίζεται απερίσκεπτα με μεγάλη ευκολία! Και μάλιστα, ουκ ολίγες φορές παραβαίνει τον όρκο του αδιαφορώντας για τον Θεό στον οποίο ορκίστηκε... Ο Θεός πάλι, ως επιβεβαίωση έχει την εκπλήρωση των υποσχέσεών του. Αυτό, ας το θυμόμαστε καλά, είτε όταν ορκιζόμαστε στο όνομά Του, είτε χάνουμε την πίστη μας προς Εκείνον...