Ακούμε σήμερα το εξής αντίφωνο σε ήχο πλ. δ', μετά την ανάγνωση του 2ου Ευαγγελίου:
Σήμερον ὁ Ἰούδας, καταλιμπάνει τὸν Διδάσκαλον, καὶ παραλαμβάνει τὸν διάβολον, τυφλοῦται τῷ πάθει τῆς φιλαργυρίας, ἐκπίπτει τοῦ φωτός, ὁ ἐσκοτισμένος· πῶς γὰρ ἠδύνατο βλέπειν, ὁ τὸν φωστῆρα πωλήσας, τριάκοντα ἀργυρίων, ἀλλ' ἡμῖν ἀνέτειλεν ὁ παθῶν ὑπὲρ τοῦ Κόσμου, πρὸς ὃν βοήσωμεν· Ὁ παθών, καὶ συμπαθῶν ἀνθρώποις, δόξα σοι.
Σήμερα ο Ιούδας εγκαταλείπει τον Διδάσκαλο και υποδέχεται το διάβολο. Τυφλώνεται από το πάθος της φιλαργυρίας, ξεπέφτει από το φως ο σκοτισμένος· πως μπορούσε να βλέπει αυτός που πούλησε αυτόν που φωτίζει (το Χριστό) για τριάντα αργύρια; Για μας ανέτειλε αυτός που έπαθε υπέρ του κόσμου, προς τον οποίο ας φωνάξουμε δυνατά, δόξα σε σένα που έπαθες και συμπαθείς τους ανθρώπους.
O Ιούδας σήμερα εγκαταλείπει με την προδοσία του το Διδάσκαλο. Ενώ είχε την τιμή να ανήκει στο στενό κύκλο των μαθητών Του, να παρίσταται στις περισσότερες δραστηριότητες του Ιησού, να έρχεται σε συνεχή επαφή μαζί Του, δυστυχώς δεν φωτίστηκε από τον φωστήρα Χριστό. Δεν θέλησε να μεταλαμπαδευτεί μέσα του το φως της αλήθειας. Παρέμεινε πιστός στο κοσμικό φρόνημα που προτάσσει το υλικό κέρδος και τη σάρκα αντί του πνεύματος. Παραλαμβάνει το διάβολον, μας λέει εύστοχα ο ιερός υμνογράφος, δηλαδή τον υποδέχεται μέσα του, διότι είναι τυφλωμένος από το πάθος της φιλαργυρίας. Όσοι προσπάθησαν να τον δικαιολογήσουν, λένε πως ήθελε να εξαναγκάσει τον Χριστό για να μην τον σκοτώσουν οι Ρωμαίοι, να αντισταθεί με θαυματουργικό τρόπο και να ελευθερώσει έτσι τους Ιουδαίους από το ρωμαϊκό ζυγό. Τότε γιατί να δεχτεί αμοιβή για την προδοσία του; Προφανώς γιατί το χρήμα δεν έπαψε ποτέ να τον γοητεύει... (Μη λησμονούμε την αντίδραση του για τα 300 δηνάρια που κόστισε το μύρο της Μαρίας, αδελφής του Λάζαρου Ιω. 12, 5) Πνευματικά τυφλός ο Ιούδας, δεν αντιλήφθηκε ποιον πρόδωσε. Για λίγα χρήματα, παρέδωσε αυτόν που είναι ατίμητος. Για μας τους χριστιανούς, ανέτειλε ως ήλιος ο Κύριος και έπαθε υπέρ μας λόγῳ της αγάπης του για την ανθρωπότητα.