καὶ ἀναβλέψασαι θεωροῦσιν ὅτι ἀποκεκύλισται ὁ λίθος· ἦν γὰρ μέγας σφόδρα. 5 καὶ εἰσελθοῦσαι εἰς τὸ μνημεῖον εἶδον νεανίσκον καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς, περιβεβλημένον στολὴν λευκήν, καὶ ἐξεθαμβήθησαν. (Μαρκ. 16, 4-5)
Και όταν σήκωσαν το βλέμμα τους, κοιτούν ότι έχει κυλήσει μακριά ο λίθος. ήταν πράγματι πάρα πολύ μεγάλος. Και αφού εισήλθαν στο μνήμα, είδαν ένα νεαρό να κάθεται στα δεξιά ντυμένο με στολή λευκή και έμειναν έκθαμβες.
Η Σαλώμη, Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ και η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου, καθοδόν προς τον τάφο του Ιησού για να τον αλείψουν με αρώματα, αναρωτιόντουσαν το πως θα μπουν στον τάφο, μιας και είχε σφραγισθεί από ένα μεγάλο ογκόλιθο. Από μακριά είδαν τον τάφο ανοιχτό και μέσα στον τάφο αντί για το νεκρό σώμα του Κυρίου, είδαν έναν νεαρό ντυμένο στα λευκά. Πως να μην τρομάξουν και να μην τις πιάσει φόβος και κατάπληξη; Αλήθεια, ποια θα ήταν η λογική αντίδραση στον καθένα που άλλα περίμενε να βρει και άλλα θα έβλεπε; Η θέα του αγγέλου, ντυμένου στα λευκά χρώμα που συμβολίζει την μεγαλοπρέπεια και τη λαμπρότητα της ουράνιας δόξας, αλλά και την αγνότητα και τη χαρά, σαφώς δεν είναι κάτι το αναμενόμενο. Όπως και η ιδέα της αναστάσεως, ήταν σαν τρεμάμενη φλόγα μέσα τους. Πριν γίνει αντιληπτό το μέγα θαύμα της αναστάσεως, προηγείται αυτό το μικρότερο, με έναν τάφο ανοιχτό και την εμφάνιση του αγγέλου. Δεν ήταν ακόμη έτοιμοι οι μαθητές και οι πιστοί να δουν τον αναστημένο Χριστό. Έπρεπε να ξεπεράσουν τον φόβο που είχαν βλέποντάς τον σταυρικό Του θάνατο. Και η παρουσία του αγγέλου, επιβεβαίωνε ότι το σώμα του Κυρίου δεν απομακρύνθηκε κρυφά από τους Ρωμαίους ή τους Αρχιερείς, αλλά επαλήθευε ότι είχε προφητέψει πριν την είσοδο στην Ιερουσαλήμ (Μαρκ. 10, 33-34)