οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; (Λουκ. 17, 17)
Δεν καθαρίστηκαν οι δέκα;
Ο Ιησούς κάνει μια αφελή, με την πρώτη ματιά, ερώτηση, βλέποντας μόνον έναν από τους δέκα λεπρούς που μόλις θεράπευσε να γυρνάει για να τον ευχαριστήσει. Δεν ήξερε πόσους θεράπευσε, ή δεν ήταν σίγουρος αν τελικώς τους θεράπευσε; Ασφαλώς την απάντηση την γνωρίζει, αλλά που την απευθύνει; Στο Σαμαρείτη; Στους μαθητές, ή και σ' εμάς; Εν πρώτοις στο Σαμαρείτη που συμπορεύονταν με τους άλλους εννέα θεραπευθέντες. Ρητορικά βέβαια, η αυτονόητη απάντηση δεν δόθηκε. Μετά στους μαθητές, οι οποίοι είδαν το θαύμα και βέβαια το επιβεβαίωσαν χωρίς να πουν κάτι. Μήπως λοιπόν μόνο ένας κατάλαβε τι του συνέβη; Ουσιαστικώς ναι! Οι υπόλοιποι δεν ήταν έτοιμοι για ένα τέτοιο δώρο. Ήταν συνυφασμένη η ανταπόδοση ευχαριστίας στην προσφορά και στη νοοτροπία του Σαμαρείτη και στη νοοτροπία του Ιησού. Στους άλλους εννέα όμως δεν ήταν. Ο χαρακτήρας τους δυστυχώς, σκοτεινός από τον εγωισμό τους, ήξερε μόνο να παίρνει και να μην λέει ούτε ένα ευχαριστώ! Συνεπώς οι ίδιοι αντιστοίχως δεν θα πρόσφεραν τίποτα σε κάποιον που θα είχε ανάγκη... Ο Ιησούς λοιπόν, προτίμησε να μην πει τίποτα για την αγνωμοσύνη τους, να μην στηλιτεύσει την αχαριστία τους, να μην οργιστεί και να μην πάρει πίσω το δώρο της ιάσεως που τους έδωσε. Πήρε απλά την έξωθεν μαρτυρία για το θαύμα, (πιθανότατα) εξέφρασε με αυτόν το έμμεσο τρόπο την απογοήτευσή του, και ανέδειξε σ' εμάς ως πρότυπο, τον ευεργετηθέντα που γύρισε να τον ευχαριστήσει.