Ακούμε στη σημερινή περικοπή:
οὐχ εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ εἰ μὴ ὁ ἀλλογενὴς οὗτος; (Λουκ. 17, 18)
Κανένας τους δε βρέθηκε να γυρίσει να δοξάσει το Θεό παρά μόνο τούτος εδώ ο αλλοεθνής;
Ένα παράπονο δικαιολογημένο απ' τον Ιησού. Θεράπευσε δέκα λεπρούς, εννέα Ιουδαίους και έναν Σαμαρείτη. Και απ' αυτούς μόνο ο Σαμαρείτης γύρισε να τον ευχαριστήσει και μάλιστα γονυπετής. Κανείς λοιπόν δεν γύρισε να δοξάσει το Θεό; Ναι, η λέπρα ήταν ανίατη ασθένεια. Και η θεραπεία τους όχι δεν ήταν απλή ρουτίνα για έναν γιατρό της εποχής, αλλά δεν υπήρχε καν θεραπεία! Συνεπώς έλαβαν ένα υπερφυσικό θαύμα, προφανώς προερχόμενο από το Θεό. Ένα τόσο μεγάλο και ανέλπιστο δώρο. Οι Ιουδαίοι λοιπόν, γνωρίζοντας την ύπαρξη του Θεού, το τι θαύματα είχε κάνει για το λαό τους, τον ξέχασαν στη μεγάλη χαρά τους. Ξέχασαν να πουν έστω ένα ευχαριστώ σ' Εκείνον διά του οποίου έγινε το θαύμα. Και τι ειρωνεία; Γύρισε ο Σαμαρείτης. Σημειωτέον ότι τους Σαμαρείτες τους θεωρούσαν όχι μόνο αιρετικούς, αλλά ολότελα ειδωλολάτρες. Συνεπώς η στάση του Σαμαρείτη έχει ιδιαίτερη σημασία. Όχι ότι όλοι οι Σαμαρείτες θα έπρατταν ομοίως, αλλά το ότι δεν γύρισε κάποιος από τον εκλεκτό λαό της Παλ. Διαθήκης! Πόσο ηθική πτώση είχαν, πόσο αγνώμονες και αχάριστοι ήταν... Τι ζήτησε άραγε ο Ιησούς για τη θεία χάρη που έδωσε; Ένα ευχαριστώ, που μάλλον ξεχνούμε κι εμείς πολύ εύκολα να πούμε!