Ακούμε στην αυριανή περικοπή:
Ἔπειτα μετὰ ἔτη τρία ἀνῆλθον εἰς Ἱεροσόλυμα ἱστορῆσαι Πέτρον, καὶ ἐπέμεινα πρὸς αὐτὸν ἡμέρας δεκαπέντε· (Γαλ. 1, 18)
Έπειτα, μετά από τρία χρόνια, ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα να γνωρίσω από κοντά τον Πέτρο, κι έμεινα κοντά του δεκαπέντε μέρες.
Όπως μας έχει πει στον στίχο 17, ο απ. Παύλος, μετά την αποκάλυψη του ευαγγελίου από τον Κύριο, δεν συνάντησε κανέναν από τους μαθητές και έφυγε στην Αραβία για να διδάξει. Δεν ζήτησε κάποια αναγνώριση από αυτούς, ούτε να αντιπαραβάλει τα όσα εξ αποκαλύψεως έμαθε με τα όσα γνώριζαν εκείνοι. Μετά από τρία χρόνια πήγε στα Ιεροσόλυμα και βρήκε τον Πέτρο. Μεγάλο αυτό το χρονικό διάστημα μεν, εντούτοις η επαφή ασφαλώς και ήταν αναγκαία. Στον επόμενο στίχο (19) συνάντησε και τον Ιάκωβο τον αδελφόθεο. Δεν κράτησε απόσταση από τους αποστόλους, αλλά δεν ήταν το πρωταρχικό μέλημά του η επαφή μαζί τους. Στις 15 ημέρες που έμεινε μαζί με τον Πέτρο δεν μας αναφέρει τι είπαν. Είναι προφανές το ότι θα επικεντρώθηκαν στο αποστολικό λειτούργημα και στην μεταξύ τους γνωριμία. Το τι καρπούς απέδωσε ή μη το ταξίδι στην Αραβία δεν μας το αναφέρει ο απ. Παύλος, οπότε αυτή του η εμπειρία θα ήταν κάτι που θα έχρηζε συμβουλών ή γιατί όχι, να έκαναν κι έναν άτυπος σχεδιασμό της αποστολικής τους δράση. Πέραν των λογικών εικασιών, αυτό που κρατάμε είναι ότι αργότερα περί το 49 μ. Χ. παρουσιάζονται (Πέτρος και Παύλος) να υποστηρίζουν την ενότητα της Εκκλησίας και την βάπτιση νέων μελών από τους εθνικούς χωρίς να χρειάζεται πρώτα να ασπαστούν το Μωσαϊκό νόμο και να κάνουν περιτομή. Ενδεχομένως αυτά τα θέματα να τα είχαν ήδη συζητήσει από τη συνάντησή τους στο στίχο 18.