Ακούμε στην αυριανή περικοπή:
ἀπήγγειλαν δὲ αὐτῷ ὅτι Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέρχεται.
καὶ ἐβόησε λέγων· Ἰησοῦ υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με· (Λουκ. 18, 37-38)
37 Του είπαν ότι περνάει ο Ιησούς ο Ναζωραίος.
38 Τότε εκείνος άρχισε να φωνάζει δυνατά: «Ιησού, Υιέ του Δαυΐδ, ελέησέ με!»
Στην ευαγγ. περικοπή της περασμένης εβδομάδας (εδώ), είδαμε το Σαμαρείτη να αναγνωρίζει ενδόμυχα τον Ιησού ως Θεό. Στην αυριανή περικοπή βλέπουμε κάτι ανάλογο: Ο τυφλός που ζητιάνευε στα περίχωρα της Ιεριχούς, ζήτησε να μάθει το ποιός πλησίαζε την πόλη και γίνονταν θόρυβος από τους παρεβρισκόμενους. Μόλις του απάντησαν ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, αμέσως κατάλαβε ότι επρόκειτο για το Μεσσία! Τον προσφώνησε αμέσως,Υιό του Δαυςΐδ. Δηλαδή ανεγνώρισε ότι προέρχονταν εκ της βασιλικής γενιάς του Δαυΐδ από τον κατά νόμον πατέρα του, Ιωσήφ. Πως το κατάλαβε ένας τυφλός που λίγο πριν δεν ήξερε το όνομα εκείνου που έρχονταν; Πως γνώριζε τη γενεαλογία του Ιησού και έκανε αμέσως το συνειρμό; Προφανώς η ψυχή αυτού του ανθρώπου ανέβλυζε και μοσχοβολούσε τόση πίστη που ο Κύριος δεν θα την άφηνε απαρατήρητη. Ήδη του είχε δώσει την πνευματική όραση να τον αναγνωρίσει και να τον προϋπαντήσει με την μεσσιανική του ιδιότητα. Έλεος ζητούσε ο τυφλός. Ούτε χρήματα, ούτε φαγητό, ούτε καν θεραπεία. Συμπόνια, λύπηση και συγχώρεση. Το έλεος ο Θεός, το δίνει όταν συμπονεί και συγχωρεί αφού δει ότι είμαστε άξιοι γι' αυτό από την ταπεινότητά μας. Και ο τυφλός δεν το ψέλλισε το έλεος, ούτε ντράπηκε, ούτε φοβήθηκε να το ζητήσει. Φώναξε να ακουστεί. Ήταν τόσο κοντά στο Μεσσία και δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη. Ενώπιον του Κυρίου δεν ένιωσε παρίας, όπως ήταν όταν ζητιάνευε. Έδωσε το δικό του ηχηρό «παρών»! Δεν πλησίασε ούτε από περιέργεια, ούτε απλά για να ακούσει. Ζήτησε αυτό που εμείς από εγωισμό δεν ζητάμε, όταν τα πράγματα μας πάνε καλά. Προγεύτηκε την ίαση του και είχε πίστη να προσφέρει.
Άλλα σχόλια για την αυριανή περικοπή, εδώ, εδώ, εδώ και εδώ.
ἀπήγγειλαν δὲ αὐτῷ ὅτι Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέρχεται.
καὶ ἐβόησε λέγων· Ἰησοῦ υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με· (Λουκ. 18, 37-38)
37 Του είπαν ότι περνάει ο Ιησούς ο Ναζωραίος.
38 Τότε εκείνος άρχισε να φωνάζει δυνατά: «Ιησού, Υιέ του Δαυΐδ, ελέησέ με!»
Στην ευαγγ. περικοπή της περασμένης εβδομάδας (εδώ), είδαμε το Σαμαρείτη να αναγνωρίζει ενδόμυχα τον Ιησού ως Θεό. Στην αυριανή περικοπή βλέπουμε κάτι ανάλογο: Ο τυφλός που ζητιάνευε στα περίχωρα της Ιεριχούς, ζήτησε να μάθει το ποιός πλησίαζε την πόλη και γίνονταν θόρυβος από τους παρεβρισκόμενους. Μόλις του απάντησαν ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, αμέσως κατάλαβε ότι επρόκειτο για το Μεσσία! Τον προσφώνησε αμέσως,Υιό του Δαυςΐδ. Δηλαδή ανεγνώρισε ότι προέρχονταν εκ της βασιλικής γενιάς του Δαυΐδ από τον κατά νόμον πατέρα του, Ιωσήφ. Πως το κατάλαβε ένας τυφλός που λίγο πριν δεν ήξερε το όνομα εκείνου που έρχονταν; Πως γνώριζε τη γενεαλογία του Ιησού και έκανε αμέσως το συνειρμό; Προφανώς η ψυχή αυτού του ανθρώπου ανέβλυζε και μοσχοβολούσε τόση πίστη που ο Κύριος δεν θα την άφηνε απαρατήρητη. Ήδη του είχε δώσει την πνευματική όραση να τον αναγνωρίσει και να τον προϋπαντήσει με την μεσσιανική του ιδιότητα. Έλεος ζητούσε ο τυφλός. Ούτε χρήματα, ούτε φαγητό, ούτε καν θεραπεία. Συμπόνια, λύπηση και συγχώρεση. Το έλεος ο Θεός, το δίνει όταν συμπονεί και συγχωρεί αφού δει ότι είμαστε άξιοι γι' αυτό από την ταπεινότητά μας. Και ο τυφλός δεν το ψέλλισε το έλεος, ούτε ντράπηκε, ούτε φοβήθηκε να το ζητήσει. Φώναξε να ακουστεί. Ήταν τόσο κοντά στο Μεσσία και δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη. Ενώπιον του Κυρίου δεν ένιωσε παρίας, όπως ήταν όταν ζητιάνευε. Έδωσε το δικό του ηχηρό «παρών»! Δεν πλησίασε ούτε από περιέργεια, ούτε απλά για να ακούσει. Ζήτησε αυτό που εμείς από εγωισμό δεν ζητάμε, όταν τα πράγματα μας πάνε καλά. Προγεύτηκε την ίαση του και είχε πίστη να προσφέρει.
Άλλα σχόλια για την αυριανή περικοπή, εδώ, εδώ, εδώ και εδώ.