Ακούμε στον Α' κανόνα στην ζ' ωδή, το εξής τροπάριο σε ήχο β':
Ὑμῶν ὁ Χριστὸς τοῖς φίλοις, ἐβόα· Εἷς παραδώσει με, εὐφροσύνης λαθόντες, ἀγωνίᾳ καὶ λύπῃ συνείχοντο. Τίς οὗτος; φράσον λέγοντες, ὁ Θεὸς τῶν Πατέρων ἡμῶν.
Σε εσάς τους φίλους του, ο Χριστός μίλησε δυνατά: Ένας (από σας) θα με παραδώσει. Οι μαθητές λησμόνησαν την ευφροσύνη (του μυστικού Δείπνου) καταλήφθηκαν από αγωνία και λύπη. Ποιός είναι αυτός; Πες μας, έλεγαν, Θεέ των πατέρων μας.
Κεραυνός εν αιθρίᾳ ήταν η ανακοίνωση του Χριστού στο μυστικό δείπνο, ότι κάποιος εκ των μαθητών θα τον παραδώσει. Ξαφνιασμένοι οι μαθητές άρχισαν να αναρωτιούνται ποιός είναι αυτός. Δεν ονομάτησε ο Ιησούς. Δεν «πρόδωσε» τον προδότη Ιούδα. Τον προστάτεψε από την πολύ πιθανή επίθεση που θα δέχονταν από τους υπόλοιπους. Αφενός κατ' αυτόν τον τρόπον, προετοίμασε τους μαθητές για το τι θα επακολουθούσε, δεν ήταν εξάλλου η πρώτη φορά που τους προέλλεγε το τι θα συνέβαινε στο μέλλον. Αφετέρου, έδωσε στον Ιούδα μια ευκαιρία να αλλάξει γνώμη. Του είπε εμμέσως ότι γνωρίζει· σεβόμενος όμως την βούληση του σκοτισμένου μαθητή δεν προέβηκε να εμποδίσει το τι έλλελε να συμβεί. Άφησε το μαθητή του να αποφασίσει δίχως πίεση. Η ευφροσύνη του μυστικού δείπνου έδωσε τη σκυτάλη στην αγωνία και τη λύπη. Για τους υπόλοιπους ήταν αδιανόητο κάποιος να προδώσει. Ποιός και γιατί να το κάνει; Αυτούς ο Ιούδας μπόρεσε να τους ξεγελάσει. Όχι όμως τον Κύριο. Πόσο εύκολα λησμόνησε τόσα θαύματα που είχε κάνει ο Ιησούς...