Ακούμε στον Κανόνα Τριωδίου, Ωδή Α' σε ήχο β' το εξής τροπάριο:
Ἡ ἀπόρρητος, Λόγου Θεοῦ κατάβασις, ὅπερ Χριστὸς αὐτός
ἐστι, Θεὸς καὶ ἄνθρωπος, τὸ Θεὸς οὐχ ἁρπαγμόν, εἶναι ἡγησάμενος, ἐν τῷ
μορφοῦσθαι δοῦλον, δεικνύει τοῖς Μαθηταῖς· ἐνδόξως γὰρ δεδόξασται.
Η απόρρητη κατάβαση (από τον ουρανό) του Λόγου του Θεού είναι ο ίδιος ο Χριστός, ο οποίος είναι Θεός και άνθρωπος. Με το να λάβει τη μορφή δούλου, έδειξε στους μαθητές ότι δεν θεωρούσε τη θεότητά του ως αρπαγμό (σαν να την άρπαξε χωρίς να του ανήκει). Γι' αυτό δοξάστηκε ένδοξα.
Δογματικό είναι το περιεχόμενο του τροπαρίου, υπενθυμίζοντας τη διατύπωση του απ. Παύλου στην προς Φιλιππησίους επιστολή 2, 6-8. Εδώ λοιπόν αναφέρεται στην κένωση του Λόγου, δηλαδή, με το να ενανθρωπηθεί ο Λόγος του Θεού, «κένωσε» τον εαυτό του (άδειασε/εξέβαλε εαυτόν) από τα γνωρίσματα της θεότητας και ταπεινώθηκε ως άνθρωπος έως και το σταυρικό θάνατο. Παρότι όμως έγινε άνθρωπος, δεν έπαψε να είναι ταυτόχρονα Θεός ισότιμος του Πατρός και του Αγ. Πνεύματος. Η θεότητα Του, δεν ήταν ούτε ένα προνόμιο που έλαβε, ούτε τρόπαιο, ούτε λάφυρο που άρπαξε. Απλά, με το να «απαρνηθεί» τη θεότητά Του για να σώσει διά του σταυρού και της ανάστασης τον άνθρωπο, έδειξε τον τρόπο που πρέπει να εφαρμόζεται η αγάπη που μας δίδαξε. Θα μπορούσε ως Θεός να αποφύγει τα πάθη και να αρκεστεί μόνο στο κήρυγμα. Κάτι όμως που δεν ήταν επαρκές. Με την κένωση Του, έγινε το τέλειο παράδειγμα για την εφαρμογή της αγάπης. Δίχως προσωπικό κέρδος αλλά με θυσία.