Ακούμε στην αυριανή περικοπή:
οὐδὲ γὰρ οἱ περιτετμημένοι αὐτοὶ νόμον φυλάσσουσιν, ἀλλὰ θέλουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, ἵνα ἐν τῇ ὑμετέρᾳ σαρκὶ καυχήσωνται. (Γαλ. 6, 13)
ούτε αυτοί οι ίδιοι που περιτέμνονται δεν τηρούν τον νόμο. Θέλουν όμως να περιτέμνεστε εσείς, ώστε να έχουν κάποιο λόγο να καμαρώνουν προβάλλοντας τη δική σας σαρκική περιτομή.
Ο απ. Παύλος προειδοποιεί για αυτούς τους ιουδαΐζοντες που εισπήδησαν στις χριστιανικές κοινότητες των Γαλατών (εδώ), και δεν πολυενδιαφέρονταν να τηρούν κατά γράμμα το νόμο της Παλ. Διαθήκης, αλλά τους ενδιέφερε να περιτέμνονται οι Γαλάτες (οι οποίοι πριν ήταν εθνικοί πριν γίνουν χριστιανοί και όχι Ιουδαίοι). Έφεραν στο προσκήνιο τον απερχόμενο και ατελή νόμο της Π. Δ., νοθεύοντας ουσιαστικά το ευαγγέλιο που τους δίδαξε ο Παύλος. Τι πραγματικά τους ενδιέφερε; Όχι τόσο ο νόμος της Π.Δ. διότι κι αυτοί δεν τον τηρούσαν ιδιαιτέρως. Τους ενδιέφερε σε πρώτη φάση, να πείσουν τους Γαλάτες πως αν δεν ιουδάϊζαν δεν θα ήταν σωστοί χριστιανοί! Κάτι που ασφαλώς δεν ίσχυε διότι η αποστολική σύνοδος το 49 μ.Χ. είχε αποφασίσει την απαλλαγή από τις διατάξεις του νόμου, των εξ εθνών χριστιανών (η προς Γαλάτας επιστολή γράφτηκε λίγο μετά από τη σύνοδο του 49 μ.Χ.). Ωστόσο όμως τους ενδιέφερε κάτι περισσότερο: Να καυχώνται ότι έπεισαν τους Γαλάτες να κάνουν περιτομή. Να κομπάζουν ότι αυτοί τους έδειξαν τη σωστή οδό. Δηλαδή, να προσηλυτίσουν τους Γαλάτες στις δικές τους δοξασίες και να φαίνονται οι ίδιοι ως προεξάρχοντες στην τοπική Εκκλησία, την οποία θα την χειραγωγούσαν στις δικές τους αντιλήψεις. Με συνέπεια να την αποκόψουν από τις άλλες Εκκλησίες. Οι Γαλάτες είτε από αφέλεια, είτε από ευπιστία, παράλληλα και από άγνοια, ήταν εύκολα θύματα.