Ακούμε στην αυριανή περικοπή:
οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ, καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν (Λουκ. 12, 21)
Αυτά, λοιπόν, παθαίνει όποιος μαζεύει πρόσκαιρους θησαυρούς και δεν πλουτίζει τον εαυτό του με ό,τι θέλει ο Θεός.
Με αυτή την φράση ολοκληρώνει την παραβολή του άφρονα πλούσιου, ο Ιησούς. Όμως, όσο ευκολονόητη φαίνεται τόσο δύσκολη είναι στην πράξη. Το να μαζέψει κανείς χρήματα και πλούτη δεν είναι εύκολο. Σχεδόν όλοι το προσπαθούν αλλά λίγοι το καταφέρνουν. Εντούτοις αυτός είναι ο δρόμος που απομακρύνει τον άνθρωπο από το Θεό. Και είναι οξύμωρο το γεγονός ότι πασχίζουμε ή έστω ποθούμε να φτάσουμε στο τέλος αυτού του δρόμου! Μονίμως ζητάμε περισσότερα και ποτέ δεν μας αρκούν τα όσα έχουμε! Θησαυρούς υλικούς ονειρευόμαστε, στενοχωριόμαστε που δεν τους έχουμε, και μάλιστα βάσει αυτών κρίνουμε τον εαυτό μας και τους άλλους. Αξία δίνουμε σ' όποιον έχει και απαξιώνουμε τον φτωχό.
Μας ένοιαξε ποτέ ο Θεός; Εκτός από τις δυσκολίες, δεν τον θυμόμαστε καν. Γιατί άλλωστε; Ζητάει πράγματα ζόρικα που μας στερούν τις υλικές απολαύσεις. Καλές οι αρετές, αλλά μόνο όταν τις απολαμβάνουμε από τους ενάρετους. Εμείς δεν έχουμε ούτε το χρόνο, ούτε μπορούμε να γίνουμε ενάρετοι. Όχι ότι δεν θα θέλαμε... Κι όμως, ο Θεός δεν μας έκανε μόνο από ύλη, ούτε έκανε την υλική μας υπόσταση αθάνατη. Την ψυχή μας έκανε αθάνατη, και με αυτήν θέλει να ασχολούμαστε. Το να πράττουμε το καλό, το να μαζεύουμε αρετές, το να τιθασεύουμε τον εγωισμό, είναι ένας πλούτος αστείρευτος. Όσο και να σπαταλάς καλοσύνη, δεν ξεμένεις ποτέ. Σε αντίθεση με τα χρήματα... Και μάλιστα ο πνευματικός αυτός πλούτος, υπάρχει μόνο αν τον ξοδεύουμε! Αν τον τσιγγουνευόμαστε, τότε είναι άχρηστος! Αυτόν τον πλούτο θα λάβει υπ' όψιν του ο Θεός όταν θα μας κρίνει. Κι αλίμονο στους πτωχούς...