Ακούμε στην αυριανή περικοπή:
καὶ ἐξέστησαν οἱ γονεῖς αὐτοῖς. ὁ δὲ παρήγγειλεν αὐτοῖς μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονός. (Λουκ. 8, 56)
Οι γονείς της έμειναν κατάπληκτοι. Εκείνος όμως τους είπε να μην πουν σε κανέναν τι είχε γίνει.
Ο Ιησούς μόλις είχε αναστήσει την νεκρή κόρη του αρχισυναγωγού Ιάειρου. Οι γονείς της ασφαλώς έμειναν κατάπληκτοι και εκστατικοί βλέποντας το θαύμα. Και ενώ περίμενε κανείς ότι ο Ιησούς θα εκμεταλευόνταν την ευκαιρία ώστε να κερδίσει περισσότερους οπαδούς/πιστούς, εντούτοις κάνει κάτι που σε εμάς, φαίνεται περίεργο: Δίνει εντολή να αποσιωπηθεί το γεγονός! Αντί το θαύμα να προσελκύσει κόσμο, αποκρύπτεται. Ας προσεγγίσουμε μια απάντηση στο εύλογο «γιατί;»:
Κατ' αρχάς, ας θυμηθούμε ότι ο Ιάειρος δεν πλησίασε τον Κύριο για να του αναστήσει τη νεκρή κόρη του, αλλά να τη θεραπεύσει που ήταν ετοιμοθάνατη (στχ. 41-42). Βλέποντας την πίστη του Ιάειρου, έσπευσε αρχικώς να θεραπεύσει και όχι να αναστήσει. Στον δρόμο έμαθαν ότι η κόρη πέθανε. Εντούτοις ο Κύριος συνέχισε, δεν ζήτησε περισσότερη πίστη για να κάνει ένα... μεγαλύτερο θαύμα (!), ούτε όμως θεράπευσε την ετοιμοθάνατη κόρη όσο ήταν καθ' οδόν και το παιδί βρίσκονταν ἐν ζωῇ. Ήθελε να δει την πίστη του πατέρα της και όταν θα έρχονταν η μοιραία είδηση. Στο σπίτι άφησε να μπουν μόνο τους γονείς, τον Πέτρο, τον Ιωάννη και τον Ιάκωβο (στχ. 51). Δηλαδή 3 μάρτυρες που θα βεβαίωναν και τους υπόλοιπους. Ήδη λοιπόν κράτησε μία στάση απόκρυψης.
Δεύτερον ας σκεφτούμε τη φύση του θαύματος. Ο Χριστός άλλα θαύματα τα έκανε δημόσια και άλλα «ἐν κρυπτῷ». Δεν τα έκανε για προσηλυτισμό, αλλά είτε να βοηθήσει τον άνθρωπο, είτε να επιβραβεύσει και ενισχύσει την πίστη, είτε να δοξαστεί ο Θεός. Είτε ομαδικά είτε ατομικά. Ενίοτε ένα δημόσιο θαύμα θα έφερνε περισσότερο φθόνο παρά καλό. Ως Θεός που είναι ο Κύριος, γνωρίζει πότε το θαύμα θα είναι ωφέλιμο και ἐν προκειμένῳ προτίμησε να μην το κάνει δημόσια. Εξάλλου θα μαθεύονταν κάποια στιγμή στο εγγύς μέλλον.
Τρίτον, ο Ιησούς έκανε και κάνει θαύματα βάσει της πίστης. Αν έβλεπε το πλήθος ότι ανασταίνει νεκρούς, πιθανόν να ήθελε και άλλες αναστάσεις δίχως όμως να διαθέτουν οι αιτώμενοι την ανάλογη δυνατή πίστη και μια άρνηση να έφερνε δυσαρέσκεια και αποστροφή. Διότι ο ανώριμος άνθρωπος ξέρει μόνο να ζητά πολλά και όχι να βλέπει την πνευματική του ένδεια.