Μετά τη γ' στιχολογία, ακούμε το εξής κάθισμα σε ήχο πλ. δ':
Ὁ Ἰούδας τῇ γνώμῃ φιλαργυρεῖ, κατὰ τοῦ Διδασκάλου ὁ δυσμενής, κινεῖται βουλεύεται, μελετᾷ
τὴν παράδοσιν, τοῦ φωτὸς ἐκπίπτει, τὸ σκότος δεχόμενος, συμφωνεῖ τὴν πρᾶσιν,
πωλεῖ τὸν ἀτίμητον· ὅθεν καὶ ἀγχόνην, ἀμοιβὴν ὧν περ ἔδρα, εὑρίσκει ὁ ἄθλιος,
καὶ ἐπώδυνον θάνατον. Τῆς αὐτοῦ ἡμᾶς λύτρωσαι, μερίδος Χριστὲ ὁ Θεός, τῶν
πταισμάτων ἄφεσιν δωρούμενος, τοῖς ἑορτάζουσι πόθω, τὸ ἄχραντον Πάθος σου.
(Ο Ιούδας με φιλάργυρη γνώμη στρέφεται κατά του Διδασκάλου ο ασεβής. Κινείται, σκέπτεται, μελετά την παράδοση, εγκαταλείπει το φως και δέχεται το σκότος. Συμφωνεί την πώληση και πουλά αυτόν που δεν έχει τιμή. Γι' αυτό βρίσκει ο άθλιος τιμή για αυτά που έπραττε και τον επώδυνο θάνατο. Χριστέ και Θεέ μας, χάρισε άφεση των παραπτωμάτων σε μας που με πόθο εορτάζουμε το άχραντο πάθος σου.)
Ο ιερός υμνογράφος, σκιαγραφεί τη σκοτεινή προσωπικότητα του προδότη Ιούδα. Είναι κυριευμένος από το πάθος της φιλαργυρίας. Τοποθετεί πιο πάνω από το Θεό το χρήμα. Προσκολλημένος με τον υλικό πλούτο, περιφρονεί τα θεία. Δραστήριος, σχεδιάζει την προδοσία του Ιησού με πονηριά. Μόνο το χρήμα αγαπά. Πνευματικά είχε πια νεκρωθεί... Όταν είδε την έκβαση της προδοσίας του, δεν έδειξε μεταμέλεια. Αυτοκτόνησε από απελπισία, απόγνωση και τύψεις συνειδήσεως. Τα αργύρια δεν του πρόσφεραν γαλήνη στην ψυχή του. Αντίθετα, τον έσπρωξαν στην αγχόνη. Με βάση αυτό το κακό παράδειγμα ας παρακαλέσουμε τον Κύριο να μην του ομοιάσουμε. Να μας φυλάξει από τα πάθη που μας απομακρύνουν από το πνευματικό φως και να μας δωρήσει άφεση για τα παραπτώματά μας.