Ακούμε στην αυριανή περικοπή:
Γνωρίζω δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, τὸ εὐαγγέλιον ὃ εὐηγγελισάμην ὑμῖν, ὃ καὶ παρελάβετε, ἐν ᾧ καὶ ἑστήκατε (Α' Κορ. 15, 1)
Σας γνωστοποιώ δε, αδελφοί, το ευαγγέλιο, που σας κήρυξα, το οποίο και παραλάβατε, στο οποίο και στέκεστε·
Μιλώντας στους κορίνθιους ο απ. Παύλος, για να φέρει αποδείξεις για τα μετέπειτα λεγόμενά του (συγκεκριμένα να αποδείξει το δόγμα της αναστάσεως) αναφέρεται στο ευαγγέλιο. Ποιό ευαγγέλιο, θα ρωτήσει κανείς, μιας και ακόμη (στην εποχή του Παύλου) δεν είχαν γραφτεί τα ευαγγέλια τα οποία βρίσκονται στην Καινή Διαθήκη. Είχε μεν γραφτεί του το ευαγγέλιο του Μάρκου, αλλά δεν ήταν ακόμη διαδεδομένο σε όλες τις χριστιανικές κοινότητες. Εδώ, ο Παύλος αναφέρεται στο κήρυγμά του για τον Ιησού Χριστό, το οποίο περιείχε συνολικά όλη την αλήθεια την οποία δίδαξε ο Κύριος. Με αυτήν την προφορική παράδοση εξάλλου οι απόστολοι κήρυξαν και ίδρυσαν τις πρώτες εκκλησίες. Το ευαγγέλιο που περιέχει τη (θεία) αλήθεια για τον Κύριο λοιπόν, άκουσαν και πίστεψαν οι κορίνθιοι από τον Παύλο και σε αυτό στερέωσαν την πίστη τους. Και μόνο σ' αυτό. Ούτε σε άλλες παραδόσεις άσχετες ή ξένες προς το χριστιανισμό, ούτε επιλεκτικώς αφαίρεσαν κάτι από το ευαγγέλιο που δεν το καταλάβαιναν ή δεν τους άρεσε. Σ' αυτό και θα στηριχτεί ο Παύλος για να τους φανερώσει τις αποδείξεις για το Χριστό. Ούτε θα χρησιμοποιήσει φιλοσοφικές ερμηνείες, ούτε θα επιστρατεύσει ρητορικά επιχειρήματα που ενδεχομένως να χρησιμοποιούσε αν μιλούσε σε εθνικούς (= μη χριστιανούς). Τους αποκαλεί αδελφούς, για να δείξει την ενότητα που έχουν ως μέλη του σώματος του Χριστού, και τους υπενθυμίζει ότι στην αλήθεια του ευαγγελίου στηρίζεται και αυτός. Η οποία αλήθεια βέβαια είναι αμετάβλητη κατά την φύση και την ουσία της.