καὶ νῦν δόξασόν με σύ, πάτερ, παρὰ σεαυτῷ τῇ δόξῃ ᾗ εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί. (Ιω. 17, 5)
Τώρα λοιπόν εσύ, Πατέρα, δόξασέ με, κοντά σ’ εσένα με τη δόξα που είχα κοντά σου προτού να γίνει ο κόσμος.
Ο Ιησούς, πριν το σταυρικό του πάθος, προσεύχεται. Εκεί λέει την παραπάνω φράση. Ζητά να τον δοξάσει ο Πατέρας με τη δόξα που είχε προτού δημιουργήσει τον κόσμο. Θα αναρωτηθεί εύλογα κανείς, δεν είχε τότε δόξα ο Υιός ως Θεός; Την έχασε και την ζητά εκ νέου; Εδώ πρέπει να τονίσουμε τις δύο φύσεις του Ιησού. Ερχόμενος στη γη, είναι εκτός από Θεός, και άνθρωπος. Ως Θεός, είχε, έχει και θα έχει δόξα, εις τον αιώνα τον άπαντα. Ως άνθρωπος όμως; Έφερε μέχρι το πάθος του, την αναμάρτητη ανθρώπινη φύση, όπως την είχε ο Αδάμ πριν αμαρτήσει. Αυτήν την ανθρώπινη φύση, μετά τη σταυρική θυσία Του, ο Θεός την δοξάζει, και ως δεδοξασμένη, την παίρνει μαζί του ο Χριστός με την ανάληψή του στους ουρανούς. Πλέον ο Χριστός δοξάζεται ως Θεάνθρωπος και με τις δύο φύσεις Του και όχι μόνο ως Θεός, δίχως να υποτιμάται η ανθρώπινη φύση που έλαβε και εδόξασε. Αυτό λοιπόν αναφέρει στην προσευχή Του ο Κύριος, θυμίζοντας έμμεσα ότι η προσευχή είναι πρωτίστως επικοινωνία με το Θεό και όχι τρόπος για να ζητάμε ότι νομίζουμε ότι δεν έχουμε.