Ἀδὰμ ἐπανόρθωσις, χαῖρε Παρθένε Θεόνυμφε, τοῦ ᾍδου ἡ νέκρωσις, χαῖρε πανάμωμε, τὸ παλάτιον, τοῦ μόνου Βασιλέως. χαῖρε θρόνε πύρινε, τοῦ Παντοκράτορος.
Χαίρε εσύ Παρθένε που είσαι η επανόρθωση του Αδάμ και η νέκρωση του Άδη. Χαίρε Πανάμωμε, που το παλάτι του μοναδικού Βασιλιά (δηλ. του Θεού), χαίρε που είσαι ο πύρινος θρόνος στον οποίο κάθεται ο Παντοκράτορας Κύριος.
Ο ιερός υμνογράφος κάνει μία εύστοχη αντιπαραβολή. Ο Αδάμ από τη μια, ο οποίος ενώ πλάστηκε τέλειος, δοκιμάστηκε και απέτυχε, και από την άλλη η Παναγία, γυναίκα, η οποία γεννήθηκε με το προπατορικό αμάρτημα, δοκιμάστηκε, το απέβαλε διά της θείας χάριτος, και γίνεται εκείνη που συμβάλλει στην επανόρθωση του ανθρώπου από την πτώση. Διορθώνει αυτό που ο Αδάμ κατέστρεψε. Με τον Αδάμ γεννήθηκε ο Άδης για να φυλακίσει τις ψυχές, με την Παναγία ο Άδης πεθαίνει. Την αγιότητα που έχασε ο Αδάμ, την επέδειξε η Παρθένος κόρη και γι' αυτό ο Θεός την επέλεξε για να εισέλθει ένσαρκος να σώσει τον άνθρωπο. Ο Αδάμ απώλεσε τον παράδεισο, η Παναγία έγινε το παλάτι, ένας νέος παράδεισος, στο οποίο θα μας υποδεχτεί (αν το αξίζουμε βέβαια) ο Κύριος. Από τη μια η αμαρτία και από την άλλη η αγνότητα. Γίνεται ο θρόνος γεμάτος από την ενέργεια της θείας χάριτος για να αναπαυθεί ο Κύριος, ο μοναδικός Βασιλιάς.