Ακούμε στην αυριανή περικοπή:
ἐν γὰρ τῷ Μωϋσέως νόμῳ γέγραπται· οὐ φιμώσεις βοῦν ἀλοῶντα. μὴ τῶν βοῶν μέλει τῷ Θεῷ; (Α' Κορ. 9, 9)
διότι, στο Μωσαϊκό νόμο είναι γραμμένο: Μη βάλεις φίμωτρο στο βόδι που αλωνίζει. Μήπως για τα βόδια ενδιαφέρεται ο Θεός;
Ο απ. Παύλος επιστρατεύει το νόμο για να αμυνθεί σε όσους τον κατηγορούν ότι δέχεται προσφορές από τους πιστούς. Συγκεκριμένα η φράση που επικαλείται προέρχεται από το Δευτερονόμιο 25, 4. Εκεί λοιπόν ο νόμος απαγορεύει στους ιουδαίους να φιμώνουν τα βόδια τους την περίοδο του αλωνίσματος για να μπορούνε να φάνε. Αυτή η εντολή δεν γίνεται γιατί το ενδιαφέρον του Θεού (ως νομοθέτη) είναι τα βόδια, αλλά για να καλλιεργήσει στους ιουδαίους συναισθήματα δικαιοσύνης και ισότητας. Τα ζωντανά αφού έχουν καταπονηθεί στις εργασίες, χρειάζονται τροφή. Το να μη τα φιμώνουν λοιπόν, είναι ένα δείγμα σεβασμού και φροντίδας προς αυτά. Αν δεν σέβεσαι και δεν φροντίζεις τα ζώα με τα οποία κάνεις τις δουλειές σου, μπορείς να σεβαστείς και να βοηθήσεις τους συνανθρώπους σου; Ο Παύλος λοιπόν λόγῳ της εργασίας του, δέχεται ότι του δίνουν για να καλύψει τις βιοτικές του ανάγκες. Αν δεν του δώσουν (είτε δεν έχουν, είτε δεν θέλουν) εργάζεται ο ίδιος. Δεν ζητά ποτέ, και ούτε είναι δυσαρεστημένος από ότι πάρει. Αλλά είναι άδικο να του στερήσουν αυτήν την δυνατότητα. Στους επικριτές του λοιπόν παρομοιάζει τον εαυτό του ως βόδι, για να τους δείξει ότι κάνει αφενός χρήσιμη δουλειά, και αφετέρου αυτό που λαμβάνει δεν είναι ανταλλάγματα που θα έπαιρναν άνθρωποι που έχουν σκοπό το κέρδος, αλλά μόνο μέσα για τη λιτή διαβίωση του όπως η τροφή για τα βόδια.