Ακούμε στην αυριανή περικοπή:
εὐχαριστῶ τῷ Θεῷ ὅτι οὐδένα ὑμῶν ἐβάπτισα εἰ μὴ Κρίσπον καὶ Γάϊον,
ἵνα μή τις εἴπῃ ὅτι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα ἐβάπτισα. (Α' Κορ. 1, 14-15)
Ευχαριστώ το Θεό που δε βάφτισα κανένα σας εκτός από τον Κρίσπο και το Γάιο. Έτσι δεν μπορεί να πει κανείς πως τον βάφτισα στο δικό μου όνομα.
Βλέποντας ο απ. Παύλος ότι οι κορίνθιοι είχαν χωριστεί σε ομάδες με βάση από ποιόν βαπτίστηκαν και φιλονικούσαν μεταξύ τους, γράφει τις παραπάνω φράσεις. Ευχαριστεί το Θεό που βάπτισε μόλις δύο (παρακάτω θα παραθέσει ακόμη έναν) και όχι περισσότερους ώστε να μην σχηματισθεί ομάδα από τους βαπτισμένους του που να διεκδικεί προνόμια από αυτό. Η επίκληση στη θεία πρόνοια, δείχνει ότι ο Θεός διευθύνει με τον τρόπο του τα συμβαίνοντα και έτσι απεφεύχθηκαν χειρότερες καταστάσεις. Δεν σημαίνει ότι ο απ. Παύλος δεν ήθελε, απλά δεν «έτυχε». Όμως ο απ. Παύλος γιατί κάνει αυτήν την παρατήρηση; Μήπως να μην τελούσε κανείς βαπτίσεις για παν κακό ενδεχόμενο ή κακώς τέλεσαν άλλοι βαπτίσεις; Πρώτον, δεν φταίνε για τις έριδες οι τελούντες την βάπτιση αλλά οι βαπτίζοντες. Οπότε δεν θα έφταιγε ο Παύλος αν βάπτιζε περισσότερους. Και δεύτερον εκφράζει μια πικρία προς τους φιλονικούντες κορίνθιους που δεν κατάλαβαν σε ποιανού το όνομα βαπτίστηκαν! Πόσο κακό θα είχε κάνει άθελά του αν βάπτιζε, αυτούς που απεδέχτηκαν ένα κήρυγμα, το οποίο όμως δεν κατάλαβαν! Δεν αντιλήφθηκαν ότι βαπτίζονται στο όνομα της Αγ. Τριάδος και όχι στ' όνομα του αναδόχου τους και ότι διά του βαπτίσματος είναι στην Εκκλησία, ισότιμοι.