Ακούμε στην αυριανή περικοπή:
καὶ ἰδού τινες τῶν γραμματέων εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτος βλασφημεῖ. (Ματθ. 9, 3)
Τότε μερικοί από τους γραμματείς είπαν μέσα τους: «Αυτός βλασφημά»
Κάποιοι από τους γραμματείς, βλέποντας τον Ιησού να θεραπεύει έναν παραλυτικό και να του δίνει άφεση αμαρτιών, σκέφθηκαν σιωπηρά ότι Εκείνος πράττει βλασφημία, δηλαδή προσβάλει το Θεό διότι μόνο ο Θεός έχει τη δυνατότητα να συγχωρεί αμαρτίες. Δεν ήξεραν ότι είναι Θεός ο Ιησούς, θα μπορούσε να πει κανείς. Δεν ήξεραν, αλλά δεν έβλεπαν τα σημάδια που τους έδειχνε. Αντί να θαυμάσουν το καλό που έκανε στον άρρωστο, αμέσως σκέφτηκαν το πως θα το διαβάλουν. Και μάλιστα πονηρά. Δεν ξεστόμισαν αυτό που τους πέρασε από το μυαλό, για να μην φανούν αντιπαθητικοί από τους ανθρώπους που ήταν παρόντες. «Λησμόνησαν» ότι η θεραπεία της ασθένειας προϋπόθετε τη θεραπεία της ψυχής από τις αμαρτίες. Βρήκαν «ψεγάδι» στον Κύριο γιατί το μυαλό τους ήταν κυριευμένο από το κακό. Βλασφημεί λοιπόν γι' αυτούς ο Ιησούς επειδή έκανε το καλό! Μα τα καλά από το Θεό προέρχονται ενώ από το διάβολο τα κακά. Ούτε αυτό θυμήθηκαν! Με την προδιάθεση του κακού που είχαν, ότι καλό και να έβλεπαν, πάλι θα σκέφτονταν κακόβουλα. Ακόμη και η αγάπη του Θεού, στους κακόβουλους ανθρώπους, προκαλεί καχυποψία και φόβο. Δυστυχώς το κακό όταν το αφήνουμε να ευδοκιμεί μέσα μας, δεν φέρνει μόνο σκοτοδύνη στο νου αλλά μας αλλοιώνει επικίνδυνα. Οι γραμματείς κατηγόρησαν (σιωπηρώς) τον Ιησού γιατί δεν ήθελαν να παραδεχτούν το καλό που έκανε. Εμείς σήμερα όταν εύκολα ρίχνουμε το φταίξιμο σε ότι μας συμβαίνει στον Θεό, ομοιάζουμε με τους υστερόβουλους γραμματείς. Ας έχουμε παράδειγμα προς αποφυγήν τους γραμματείς, για να μπορέσουμε να δεχτούμε τον Ιησού όχι τόσο για ευεργετήματα του σώματος που φαίνονται (όπως η θεραπεία εν προκειμένῳ του παραλυτικού), αλλά για ευεργετήματα της ψυχής που δεν είναι ορατά, όπως η συγχώρεση των αμαρτιών.