Κατὰ δὲ τὸ μεσονύκτιον Παῦλος καὶ Σίλας προσευχόμενοι ὕμνουν τὸν Θεόν· ἐπηκροῶντο δὲ αὐτῶν οἱ δέσμιοι.
ἄφνω δὲ σεισμὸς ἐγένετο μέγας, ὥστε σαλευθῆναι τὰ θεμέλια τοῦ δεσμωτηρίου, ἀνεῴχθησάν τε παραχρῆμα αἱ θύραι πᾶσαι καὶ πάντων τὰ δεσμὰ ἀνέθη. (Πραξ. 16, 25-26)
Γύρω στα μεσάνυχτα, ο Παύλος και ο Σίλας προσεύχονταν και έψελναν ύμνους στο Θεό· και τους άκουγαν οι φυλακισμένοι.
Ξαφνικά έγινε ένας σεισμός τόσο δυνατός, που σαλεύτηκαν τα θεμέλια της φυλακής. Αμέσως άνοιξαν όλες οι πόρτες και τα δεσμά των φυλακισμένων λύθηκαν.
Ο Παύλος και ο Σίλας, φυλακισμένοι επειδή τους συκοφάντησαν, αντί να εξέφραζαν παράπονα για την αδικία που υπέστησαν, αντί να φοβόντουσαν για τη ζωή τους, ήρεμοι και ατάραχοι υμνούσαν το Θεό τα μεσάνυχτα χωρίς να είναι ώρα προσευχής. Διατηρούσαν ακμαία την πίστη τους και ακλόνητο το φρόνημά τους, και δεν είχαν κανένα λόγο να το κρύβουν. Η διάδοση του ευαγγελίου δεν ήταν εύκολη υπόθεση και το γνώριζαν. Προτίμησαν λοιπόν αντί να λιποψυχήσουν, να τονώσουν τόσο τη δική τους διάθεση, όσο και των υπόλοιπων συγκρατουμένων τους με το να στραφούν στο Θεό, που πάντα βρίσκεται κοντά μας στις δύσκολες στιγμές. Δεν σιώπησαν σκεπτόμενοι ότι ίσως να ενοχλούσαν τους συγκρατούμενούς τους. Απεναντίας, με αυτόν τον τρόπο προετοίμασαν τους φυλακισμένους για να δεχτούν το θαύμα που θα επακολουθούσε.
Ο Θεός κάνοντας αισθητή την παρουσία του, δεν άνοιξε απλά διά θαυματουργού τρόπου τα κελιά. Δείχνοντας την οργή του έκανε σεισμό, ώστε να μην επικαλεστούν ότι τάχα οι απόστολοι δωροδόκησαν τους φρουρούς για να αποδράσουν. Επιπλέον, από το σεισμό, δεν έπαθε κανείς τίποτα! Κάτι που ενίσχυσε την πίστη και των απεσταλμένων του αλλά έδωσε την ευκαιρία να πιστέψουν σ' Εκείνον και άλλοι. (Παρακάτω αναφέρει το κείμενο την στροφή στον χριστιανισμό του δεσμοφύλακα).