Ακούμε στη σημερινή περικοπή:
ὀψίας δὲ γενομένης προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ
λέγοντες· ἔρημός ἐστιν ὁ τόπος καὶ ἡ ὥρα ἤδη παρῆλθεν· ἀπόλυσον τοὺς
ὄχλους, ἵνα ἀπελθόντες εἰς τὰς κώμας ἀγοράσωσιν ἑαυτοῖς βρώματα. (Ματθ. 14, 15)
Όταν λοιπόν βράδιασε, τον πλησίασαν οι μαθητές
λέγοντας: «Ο τόπος είναι έρημος και η ώρα ήδη πέρασε. Απόλυσε τα πλήθη,
για να πάνε στα χωριά και να αγοράσουν τρόφιμα για τους εαυτούς τους».
Οι μαθητές τρέχουν να ειδοποιήσουν τον Ιησού, ότι η ώρα πέρασε και έπιασε να βραδιάζει. Νόμισαν πως Εκείνος είχε απορροφηθεί από το πνευματικό του έργο στο πλήθος που τον είχε ακολουθήσει στο ερημικό τόπο. Σκέφτηκαν λοιπόν την ανάγκη του κόσμου για για φαγητό. Όμως δεν παρατήρησαν ότι όλοι αυτοί οι απλοί άνθρωποι προτιμούσαν την φροντίδα που τους παρείχε ο Κύριος παρά το προχωρημένο της ώρας. Όλοι αυτοί δεν άρχισαν να αποχωρούν σκεπτόμενοι την υλική τροφή. Δεν προέταξαν τις υλικές τους ανάγκες, αλλά διψούσαν για την ζωοποιό παρουσία του Ιησού, ο οποίος θεράπευσε τους ασθενείς τους. Επίσης οι μαθητές, όντας ταπεινοί, δεν παρακάλεσαν να γίνει κάποιο θαύμα, αλλά ούτε περίμεναν την επιβράβευση της πίστης του πλήθους από τον Κύριο. Ο ζήλος για πνευματική τροφή και πίστη έφερε ένα ακόμη θαύμα χωρίς αυτό να γίνει αντιληπτό από τον κόσμο παρά μόνο από τους μαθητές. Ήταν η απάντηση στην ανησυχία τους. Αλλά και στη δική μας, όταν αμφιβάλουμε και υπό την πίεση της στενής λογικής μας, ολιγοπιστούμε και απομακρυνόμαστε από το Χριστό.